Σαν Ντιέγκο

Σαν Ντιέγκο
(San Diego). Πόλη (1.110.549 κάτ.), των δυτικών ΗΠΑ, στην Καλιφόρνια, 25 χλμ. από τα σύνορα με το Μεξικό, στην ανατολική όχθη του ομώνυμου κόλπου. Η πόλη, εξαιτίας του εξαιρετικά ήπιου κλίματος της, είναι μία από τις περιφημότερες της Καλιφόρνιας για τις επαύλεις της. Σαν ΝτιέγκοΕίναι έδρα στρατιωτικής και ναυτικής βάσης από τις σημαντικότερες του Ειρηνικού και στρατιωτικών και ναυτικών ακαδημιών. Η ζώνη όπου βρίσκεται η πόλη εξερευνήθηκε το 1602 από το Βιθκαίνο, αλλά μόνο το 1769 ιδρύθηκε μια καθολική ιεραποστολή (Σαν Ντιέγκο ντε Αλκαλά), η πρώτη στην Καλιφόρνια, γύρω από την οποία σχηματίστηκε η πόλη. Κατά το πρώτο μισό του 20ού αι. η κατασκευή ενός πυκνού δικτύου συγκοινωνιακών αρτηριών που ένωνε το Σ. Ντ. με την ενδοχώρα του συντέλεσε στη δημογραφική και πολεοδομική ανάπτυξη της πόλης που, ταυτόχρονα, τροποποίησε την αρχική οικονομική ζωή της η οποία βασιζόταν στη γεωργία, με την ανάπτυξη της βιομηχανίας (αεροναυτικής, ειδών διατροφής, κονσερβοποιίας). Σήμερα το Σ. Ντ. είναι ένα από τα μεγαλύτερα εμπορικά κέντρα της ακτής του Ειρηνικού.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ριβέρα, Ντιέγκο — (Rivera, Γκουαναχουάτο 1886 – Πόλη του Μεξικού 1957). Μεξικανός ζωγράφο. Μαζί με τους Χοσέ Ορόθκο, Νταβίντ Σικέιρος και Ρουφίνο Ταμάγιο, αντιπροσωπεύει μια από τις σημαντικότερες τάσεις του ρεαλισμού στη Λατινική Αμερική. Με ένα σχέδιο εξαιρετικά …   Dictionary of Greek

  • Καλιφόρνια — I (California). Πολιτεία (411.047 τ. χλμ., 35.116.033 κάτ. το 2002) των ΗΠΑ στο νοτιοδυτικό τμήμα της χώρας, πρώτη σε πληθυσμό και τρίτη σε έκταση μετά την Αλάσκα και το Τέξας. Συνορεύει με τις πολιτείες Όρεγκον στα Β, Νεβάδα στα Α, Αριζόνα στα… …   Dictionary of Greek

  • αεροναυτική — Σύνολο πειραματικών δεδομένων, τεχνικών εφαρμογών και ποικίλων δραστηριοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις συνθήκες που επιτρέπουν στον άνθρωπο να μετακινείται μέσα στη γήινη ατμόσφαιρα με συσκευές που κατασκευάζονται γι’ αυτό τον σκοπό. Τo… …   Dictionary of Greek

  • Τζορτζιόνε, Τζόρτζιο ντα Καστελφράνκο, ο επονομαζόμενος — (Giorgione, Καστελφράνκο Βένετο, Τρεβίζο 1477 ή 1478 – Βενετία 1510). Ιταλός ζωγράφος. Η ζωή του μεγάλου αυτού πρωτοπόρου της βενετσιάνικης ζωγραφικής του 16ου αι. είναι ελάχιστα γνωστή. Εγκαταστάθηκε, άγνωστο πότε, στη Βενετία και έγινε, κατά… …   Dictionary of Greek

  • επιστημολογία — Κλάδος της φιλοσοφίας που μελετά τα φιλοσοφικά προβλήματα που σχετίζονται με τη θεωρία της γνώσης. Πριν όμως αναληφθεί με επιστημονική μορφή μια τέτοια διερεύνηση, η γνωστική λειτουργία του ανθρώπου είχε ήδη αποτελέσει αντικείμενο φιλοσοφικής… …   Dictionary of Greek

  • Κριβέλι, Κάρλο — (Carlo Crivelli, Βενετία 1430; – Άσκολι Πιτσένο 1495;). Ιταλός ζωγράφος. Η ζωγραφική του, εμπνευσμένη από τον Αντόνιο Βιβαρίνι, συνδέεται στενά με την τέχνη της Πάντοβα και περισσότερο με τον Αντρέα Σκιαβόνε παρά με τον Αντρέα Μαντένια, όπως… …   Dictionary of Greek

  • μοργκανίτης — Ορυκτό του βηρυλλίου με χημικό τύπο Be3Al2Si6O18. Ανήκει στην ομάδα των πυριτικών ορυκτών και κρυσταλλώνεται στο εξαγωνικό σύστημα σχηματίζοντας πλακοειδείς πρισματικούς κρυστάλλους. Ο μ. απαντάται σε όλες τις αποχρώσεις του ροζ, μοβ και ρόδινου… …   Dictionary of Greek

  • Άλφβεν, Χάνες Ούλαφ Γκόστα — (Hannes Olaf Gosta Alfven, 1908 – 1975). Σουηδός φυσικός. Υπήρξε μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Επιστημών και του Βασιλικού Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Στοκχόλμης. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Ουψάλα. Μετά από χρόνια ερευνητικής εργασίας στην… …   Dictionary of Greek

  • Βέντερ, Κρεγκ — (Craig Venter, Σολτ Λέικ Σίτι, ΗΠΑ 1946 –).Αμερικανός βιοχημικός. Υπηρέτησε στο πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ και συμμετείχε στον πόλεμο του Βιετνάμ. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο, στην Καλιφόρνια, απ’ όπου έλαβε διδακτορικούς τίτλους στη… …   Dictionary of Greek

  • Γη του Πυρός — (ισπαν. Tierra del Fuego, Onasin στη διάλεκτο των ντόπιων ιθαγενών ‘Oνας). Αρχιπέλαγος (73.753 τ. χλμ.) της Νότιας Αμερικής, μεταξύ του Ειρηνικού ωκεανού στα Δ και του Ατλαντικού στα Α, το οποίο χωρίζεται από την ηπειρωτική ξηρά από το Στενό του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”